Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Η ΜΑΓΙΣΣΑ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΤΗΚΕ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ

Μια φορά και έναν καιρό σε ένα μακρινό τόπο, μέσα σε ένα ξέφωτο σε ένα πέτρινο σπίτι, ζούσε μια κακια μάγισσα..

Κάθε ημέρα που ξυπνούσε σκεφτόταν τι κακό θα έκανε σήμερα. Άλλες φορές έσπερνε ζιζάνια στα χωράφια καταστρέφοντας τις σοδειές άλλες φορές εξαφάνιζε ζώα και γελουσε με τους ιδιοκτήτες του που ο τρόμος σχηματίζονταν στα πρόσωπα τους όταν ανακάλυπταν τι τους συνέβαινε.. Άλλες πάλι φορές απλά εμφανιζόταν μπροστά τους και έπαιρνε μια τρομακτική μορφή που έκανε τους ανθρώπους να κλείνονται στα σπίτια τους έντρομοι..

Και εκείνη γελούσε και γελούσε όλη ημέρα μέχρι που έπεφτε να κοιμηθεί ήρεμη για την αναστάτωση που προκάλεσε στους ανθρώπους...

Κάπως έτσι λοιπόν περνούσαν οι μήνες και τα χρόνια και η μάγισσα έκανε μόνο κακό.. Μόνο που κάποια στιγμή κουράστηκε και στέρεψε από ιδέες και τότε έπεσε σε κατάθλιψη..

«Μα τι άλλο κακό μπορώ να κάνω» αναρωτιόταν όμως καμία σκέψη δεν της ερχόταν. Τα είχε κάνει όλα.

Και τότε άρχισε να κλαίει γοερα. Έκλαιγε κάθε ημέρα και δεν έβγαινε καθόλου από το σπίτι, ενώ οι χωρικοί που είχαν πάψει να τη φοβούνται μαζευόταν εξω από το σπίτι της και γελούσαν μαζί της...

Το καλοκαίρι τελείωσε, το φθινόπωρο το ίδιο και ο χειμώνας είχε έρθει.. Η μάγισσα όμως δεν είχε βγει καθόλου από το σπίτι μέχρι εκείνο το βράδυ που την ξύπνησαν τα τραγούδια και τα γλέντια των χωρικών...

Μα τι συνέβη αναρωτήθηκε και πήρε τη σκούπα της και πέταξε προς την πόλη.. Στο κεντρικό σημείο της πλατείας είδε κόσμο μαζεμένο να γελάει ενώ σκοτάδι πυκνό επικρατούσε..

Πώς και δεν είναι αναμμένα τα φώτα σκεφτόταν και τη σκέψη της διέκοψε ένα μεγάλο φως.. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο είχε ανάψει και χιλιάδες λαμπιόνια που αναβοσβηναν μαζί με το αστέρι στην κορυφή έκαναν τη νύχτα ημέρα...

Η μάγισσα σαστισε και έμεινε να κοιτάει σα μαγεμένη το δέντρο και τότε της ήρθε μια ιδέα...

«Να τι θα κάνω λοιπόν.. θα εξαφανίσω το χριστουγεννιάτικο δέντρο» σκέφτηκε και αμέσως γύρισε σπίτι να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο της...

Το επόμενο βράδυ αναστάτωση επικράτησε στο χωριό... Το δέντρο είχε εξαφανιστεί και μαζί με αυτό και η χαρά των ανθρώπων και τα γέλια τους.. Μόνο η μάγισσα ήταν ευτυχισμένη και έπεσε να κοιμηθεί γαλήνια...

Ξαφνικά μέσα στον ύπνο της άκουσε μια φωνή.. ξύπνησε νυσταγμενη και έψαχνε να βρει από που ερχόταν η φωνή..

Ξάφνου και ενώ είχε ανάψει το φως βλέπει ένα μικρό παιδάκι να ξεπετάγεται μπροστά της..

«Τι κάνεις εσύ εδώ; Πώς μπήκες μέσα»;;

«Εσύ με έφερες, το ξέχασες;» της απάντησε

«Εγώ; Με ποιο τρόπο» ρώτησε η μάγισσα

«Μα αφού έφερες το σπίτι μου έφερες και εμένα» είπε και χοροπηδησε πάνω στα λυτά μαλλιά της.
Η μάγισσα το έδιωξε και εκείνο συνέχισε να γελάει και να τρέχει πάνω κάτω κάνοντας το σπίτι άνω κάτω..

«Ει σταματά» του φώναζε η μάγισσα όμως εκείνο δεν άκουγε..

«Πες μου πως ήρθες εδώ» φώναξε πιο δυνατά

Το παιδί τρόμαξε τόσο πολύ από τη φωνή της που έκατσε πάνω στο δέντρο και άρχισε να της λέει την ιστορία του..

Εγώ λοιπόν όπως βλέπεις είμαι στο σπίτι μου. Το σπίτι μου είναι αυτό το δέντρο με τις χριστουγεννιάτικες μπάλες και τα πολλά φωτάκια.. με αυτό το σπίτι εμφανίζομαι κάθε χρόνο στα σπίτια των ανθρώπων, στις πόλεις και στα χωριά τους και τους προσφέρω χαρά και ζεστασιά.. Με θαυμάζουν όλοι με προσέχουν ενώ τα παιδιά παίζουν κάτω από τα κλαριά μου.. Κάποιοι κάνουν το σπίτι μου πολύ πλούσιο, κάποιοι το κάνουν πιο απλό, όμως όλοι το φτιάχνουν με αγάπη και τραγούδι..Και έτσι γεμίζει η ψυχή μου και κάνω το σπίτι μου ακόμα πιο φωτεινό..

«Αγάπες και τραγούδια» γέλασε η μάγισσα

«Ναι αγάπη και τραγούδι καλή μου κυρία» είπε το παιδάκι.. Δε ξέρεις πόσο όμορφο είναι να σε αγαπάνε για αυτό που είσαι, να σε φροντίζουν και να σε νοιάζονται.. Γεμίζει η καρδιά σου και είσαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο.. και αυτή η χαρά βγαίνει στους έξω και τους κάνει και εκείνους να νιώθουν γεμάτοι και κάνεις δε νιώθει πια μόνος. Είναι όλοι μαζί..

«Εσυ δεν το έχεις νιώσει ποτέ αυτό το συναίσθημα» ρώτησε το παιδάκι

Τότε η μάγισσα ένιωσε έναν κόμπο στο λαιμό της και ξέσπασε σε κλάματα.. Εκείνη ποτέ δεν τη φρόντισαν, ποτέ δεν την αγάπησαν, ποτέ δεν τη νοιάστηκαν.. Πάντα την κορόιδευαν και τη φοβόντουσαν. Πότε κάποιος δεν την πλησίασε για να τη γνωρίσει. Μόνο φόβο τους προκαλούσε και εκείνη σαν εκδίκηση έκανε μονο κακό...

Και συνέχισε να κλαίει μεχρι που είδε το παιδάκι να στέκεται μπροστά της και να της κρατάει τι χέρι και ήταν τόσο περίεργο συναίσθημα..

Ξέρω γιατί είσαι στεναχωρημένη όμως ποτέ δεν είναι αργά να διορθώσουμε τα λάθη μας. Μη φοβάσαι τους ανθρώπους. Βγες έξω και κοίτα τους στα μάτια. Ζητά συγγνώμη για το κακο που προκάλεσες και άφησε τους να σε πλησιάσουν.

«Μα είμαι κάκια και άσχημη» συνέχισε κλαίγοντας η μάγισσα.

Κάνεις δεν είναι άσχημος. Όλοι έχουμε τη δική μας ομορφιά, αρκεί να την ανακαλύψουμε πρώτα εμείς οι ίδιοι. Και εσύ είσαι πολύ όμορφη γυναίκα φτάνει μόνο να το πιστέψεις..

Η μάγισσα σταμάτησε να κλαίει.. Μέσα της είχε ήδη πάρει την απόφαση της.

Το επόμενο βράδυ άκουσε γέλια και τραγούδια και είδε το δέντρο να φωτίζει ολόκληρη την πλάση..
Κάνεις δεν ήταν λυπημένος πια. Όλοι χαιρόταν. Μόνο εκείνη ένιωθε μόνη...

Αποφάσισε λοιπόν να πάρει ένα μικρό δέντρο.. Πήρε και στολίδια και γιρλάντες και φωτάκια και το στόλισε σε μια μικρή γωνιτσα του σπιτιού της.. Ξαφνικά ένιωσε μεγάλη χαρά. Το σπίτι της ζέστανε, η καρδιά της μαλάκωσε και ένα φως γιορτινό απλώθηκε από άκρη σε άκρη.. Άρχισε να τραγουδάει και να χορεύει και ένιωθε τόσο ζωντανή που δε σκεφτόταν πια να κάνει κανένα κακό...

Και έτσι και έγινε.. Δεν έκανε ποτέ ξανά κανένα κακό.. Και κάθε χρόνο στόλιζε το δεντράκι της ενώ τον υπόλοιπο χρόνο φρόντιζε τον κήπο και άρχισε να μιλάει με όλους τους χωριανούς...

Τους βοηθούσε στις δουλειές του, χρησιμοποιούσε για καλό σκοπό τα μαγικά της και φρόντιζε όσους είχαν την ανάγκη της. Μα και εκείνοι σαν αντάλλαγμα δεν την άφησαν έτσι. Την καλούσαν στο σπίτι τους, της έστελναν δώρα, κάθοταν μαζί της και μιλούσαν, τη βοηθούσαν όποτε τους χρειαζόταν.

Κάπως έτσι περνούσαν τα χρόνια, με τη μάγισσα και τους χωριανούς να ζουν ευτυχισμένοι. Και όταν πια μια ημέρα, Χριστούγεννα νομίζω ήταν, τυχαία κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη τότε ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη.. Ήταν τόσο όμορφη...

Είχε δίκιο τελικά το παιδάκι εκείνο.. «Μόνο όταν αφήσεις την αγάπη να κυριεύσει τη ψυχή σου θα νιώσεις πραγματικά όμορφος» σκέφτηκε και κίνησε για το χωριό..

Τώρα πια κανείς δε τη φοβόνταν και έζησαν όλοι μαζί για πολλά, πολλά χρόνια ευτυχισμένοι..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου