Όταν είχα γεννηθεί επειδή ήμουν μόνο 2.500 κιλά και κατά συνέπεια τόσο μικροκαμωμένη η μαμά με έδινε να με ταΐσεις μόνο εσύ και ο μπαμπάς γιατί φοβόταν να με πιάσει..
Όσο μεγάλωνα εξακολουθούσες να με φροντίζεις εσύ όσο η μαμά και ο μπαμπάς εργάζονταν. Η φροντίδα σου εντατικοποιήθηκε όταν ήρθαμε Χαλκίδα οπότε το να μένεις κάτω από το σπίτι μας ήταν μια έξτρα βοήθεια για τη μαμά.. Και κάπως έτσι τα μεσημέρια μετά το σχολείο εγώ, ο Θανάσης και η Νάνσυ ερχόμασταν και καθόμασταν στο σπίτι σου και μας τάιζες και μετά μας άφηνες να παίζουμε στο πλατύσκαλο ενώ μας έφτιαχνες και μελάτο αυγό, που πάντα μας το έβαζες στην κούπα με λαδάκι και ρίγανη..
Και τα χρόνια περνούσαν και εμείς μεγαλώναμε και ήρθαν και άλλα εγγόνια στη ζωή σου και εσύ τα φρόντιζες όλα χωρίς να φέρνεις καμία αντίρρηση. Μας έπαιρνες από το σχολείο, μας έντυνες, μας τάιζες και μας πρόσεχες μέχρι να έρθουν οι γονείς μας από τη δουλειά.
Έπειτα, όταν τα καλοκαίρια ερχόμασταν στο χωριό έψηνες με τις ώρες φαγητά, καθάριζες το σπίτι σου, μας έφτιαχνες γάλα, φρόντιζες και περιποιόσουν όλους όσους έρχονταν και κάθονταν στην αυλή να παίξουν μπιρίμπα και να πιούνε κρασί ή να πούνε τα νέα τους συζητώντας, με μόνη τους συντροφιά το άρωμα από τα νυχτολούλουδα και τα τζιτζίκια που συμμετείχαν και αυτά με τον τρόπο τους στην όμορφη παρέα..
Όμως όσο εμείς μεγαλώναμε, μεγάλωνες και εσύ.. Και μπορεί να μην έκανες πια τα ίδια πράγματα όπως τότε, μπορεί να κουραζόσουν πιο πολύ τώρα όμως πάντα χαμογελούσες και φούσκωνες από περηφάνια για κάθε μας επιτυχία. Έτσι περήφανη ήσουν και όταν αποφοιτήσαμε από τις σχολές μας, όταν αποκατασταθήκαμε επαγγελματικά, όταν προοδεύαμε. Και συνέχισες να μεγαλώνεις εγγόνια, να τα χαίρεσαι και να μιλάς για εκείνα όπου σταθείς και όπου βρεθείς…
Ξέρεις, θυμάμαι και εκείνα τα πρωινά που έρχονταν οι φίλες σου από την πάνω γειτονιά και πίνατε καφέ και γελούσατε και μιλούσατε με τις ώρες. Και ήσουν τόσο χαρούμενη και χαμογελαστή. Ή στα γλέντια ήσουν εκεί, με την καλή διάθεση σου και ας μάλωνες τον παππού αν έπινε ένα κρασάκι παραπάνω… Και ύστερα μεγάλωσα γιαγιά. Όμως ακόμη σε ρωτούσα πράγματα. Είχα ανάγκη να μάθω. Και αυτά τα φαγητά σου… Καμία δε μπορούσε να τα συναγωνιστεί. Ήσουν ένα βιβλίο ζωής για όλους μας. Με τα μαγειρικά μυστικά σου, με τα μυστικά καθαριότητας, με τις εμπειρίες σου. Ήσουν η γιαγιά που πολλοί θα ήθελαν να έχουν. Μία γυναίκα αρχόντισσα τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά.
Μεγάλωσες όμως γιαγιά όπως μεγαλώσαμε και εμείς… Και ο οργανισμός σου άρχισε να μην αντέχει πολλά. Η κούραση είχε αρχίσει πια να σε καταβάλλει όμως ακόμα και τις τελευταίες στιγμές ήσουν εκεί. Στο μπαλκονάκι σου να απολαμβάνεις την ηρεμία του καλοκαιριού, στη σόμπα σου δίπλα να βλέπεις τηλεόραση, ήσουν εκεί σε όλα όσα μπορούσαμε να ζήσουμε μαζί σου…
Ήσουν εκεί και τότε και είσαι και τώρα και ας έφυγες… Και ας μη δω ξανά το χαμόγελό σου και ας μην ακούσω ξανά τη φωνή σου. Και ας μη σε αγκαλιάσω ξανά… Είσαι εδώ και ας είσαι πια μια φωτογραφία. Και ξέρεις γιατί; Γιατί απλά ζεις μέσα στην καρδιά μας. Γιατί απλά κουβαλάμε όλοι μας ένα κομμάτι από σένα. Γιατί οι αναμνήσεις που μας χάρισες θα μας συντροφεύουν μια ζωή. Γιατί απλά ήσουν, είσαι και θα είσαι η γιαγιά μας, η δεύτερη μαμά μας. Και ξέρεις και κάτι ακόμα; Είμαι περήφανη που είμαι εγγονή σου. Πάντα ήμουν...
Εύχομαι όπου είσαι τώρα να είσαι ήρεμη με όλους εκείνους που αγάπησες και έφυγαν νωρίτερα από εσένα.. Και να συνεχίσεις να χαμογελάς και να αναστατώνεις τους πάντες. Μόνο μια χάρη… Άσε τον παππού να πίνει λίγο κρασάκι παραπάνω..
Σε αγαπάω γιαγιά μου και πάντα θα σε αγαπάω…
Όσο μεγάλωνα εξακολουθούσες να με φροντίζεις εσύ όσο η μαμά και ο μπαμπάς εργάζονταν. Η φροντίδα σου εντατικοποιήθηκε όταν ήρθαμε Χαλκίδα οπότε το να μένεις κάτω από το σπίτι μας ήταν μια έξτρα βοήθεια για τη μαμά.. Και κάπως έτσι τα μεσημέρια μετά το σχολείο εγώ, ο Θανάσης και η Νάνσυ ερχόμασταν και καθόμασταν στο σπίτι σου και μας τάιζες και μετά μας άφηνες να παίζουμε στο πλατύσκαλο ενώ μας έφτιαχνες και μελάτο αυγό, που πάντα μας το έβαζες στην κούπα με λαδάκι και ρίγανη..
Και τα χρόνια περνούσαν και εμείς μεγαλώναμε και ήρθαν και άλλα εγγόνια στη ζωή σου και εσύ τα φρόντιζες όλα χωρίς να φέρνεις καμία αντίρρηση. Μας έπαιρνες από το σχολείο, μας έντυνες, μας τάιζες και μας πρόσεχες μέχρι να έρθουν οι γονείς μας από τη δουλειά.
Έπειτα, όταν τα καλοκαίρια ερχόμασταν στο χωριό έψηνες με τις ώρες φαγητά, καθάριζες το σπίτι σου, μας έφτιαχνες γάλα, φρόντιζες και περιποιόσουν όλους όσους έρχονταν και κάθονταν στην αυλή να παίξουν μπιρίμπα και να πιούνε κρασί ή να πούνε τα νέα τους συζητώντας, με μόνη τους συντροφιά το άρωμα από τα νυχτολούλουδα και τα τζιτζίκια που συμμετείχαν και αυτά με τον τρόπο τους στην όμορφη παρέα..
Όμως όσο εμείς μεγαλώναμε, μεγάλωνες και εσύ.. Και μπορεί να μην έκανες πια τα ίδια πράγματα όπως τότε, μπορεί να κουραζόσουν πιο πολύ τώρα όμως πάντα χαμογελούσες και φούσκωνες από περηφάνια για κάθε μας επιτυχία. Έτσι περήφανη ήσουν και όταν αποφοιτήσαμε από τις σχολές μας, όταν αποκατασταθήκαμε επαγγελματικά, όταν προοδεύαμε. Και συνέχισες να μεγαλώνεις εγγόνια, να τα χαίρεσαι και να μιλάς για εκείνα όπου σταθείς και όπου βρεθείς…
Ξέρεις, θυμάμαι και εκείνα τα πρωινά που έρχονταν οι φίλες σου από την πάνω γειτονιά και πίνατε καφέ και γελούσατε και μιλούσατε με τις ώρες. Και ήσουν τόσο χαρούμενη και χαμογελαστή. Ή στα γλέντια ήσουν εκεί, με την καλή διάθεση σου και ας μάλωνες τον παππού αν έπινε ένα κρασάκι παραπάνω… Και ύστερα μεγάλωσα γιαγιά. Όμως ακόμη σε ρωτούσα πράγματα. Είχα ανάγκη να μάθω. Και αυτά τα φαγητά σου… Καμία δε μπορούσε να τα συναγωνιστεί. Ήσουν ένα βιβλίο ζωής για όλους μας. Με τα μαγειρικά μυστικά σου, με τα μυστικά καθαριότητας, με τις εμπειρίες σου. Ήσουν η γιαγιά που πολλοί θα ήθελαν να έχουν. Μία γυναίκα αρχόντισσα τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά.
Μεγάλωσες όμως γιαγιά όπως μεγαλώσαμε και εμείς… Και ο οργανισμός σου άρχισε να μην αντέχει πολλά. Η κούραση είχε αρχίσει πια να σε καταβάλλει όμως ακόμα και τις τελευταίες στιγμές ήσουν εκεί. Στο μπαλκονάκι σου να απολαμβάνεις την ηρεμία του καλοκαιριού, στη σόμπα σου δίπλα να βλέπεις τηλεόραση, ήσουν εκεί σε όλα όσα μπορούσαμε να ζήσουμε μαζί σου…
Ήσουν εκεί και τότε και είσαι και τώρα και ας έφυγες… Και ας μη δω ξανά το χαμόγελό σου και ας μην ακούσω ξανά τη φωνή σου. Και ας μη σε αγκαλιάσω ξανά… Είσαι εδώ και ας είσαι πια μια φωτογραφία. Και ξέρεις γιατί; Γιατί απλά ζεις μέσα στην καρδιά μας. Γιατί απλά κουβαλάμε όλοι μας ένα κομμάτι από σένα. Γιατί οι αναμνήσεις που μας χάρισες θα μας συντροφεύουν μια ζωή. Γιατί απλά ήσουν, είσαι και θα είσαι η γιαγιά μας, η δεύτερη μαμά μας. Και ξέρεις και κάτι ακόμα; Είμαι περήφανη που είμαι εγγονή σου. Πάντα ήμουν...
Εύχομαι όπου είσαι τώρα να είσαι ήρεμη με όλους εκείνους που αγάπησες και έφυγαν νωρίτερα από εσένα.. Και να συνεχίσεις να χαμογελάς και να αναστατώνεις τους πάντες. Μόνο μια χάρη… Άσε τον παππού να πίνει λίγο κρασάκι παραπάνω..
Σε αγαπάω γιαγιά μου και πάντα θα σε αγαπάω…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου