Δευτέρα 12 Αυγούστου 2024

ΒΡΑΔΙΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

Τα βράδια του καλοκαιριού θα έπρεπε να μυρίζουν αλμύρα και καρπούζι..

Τα βράδια του καλοκαιριού θα έπρεπε να ήταν χαλαρά στο μπαλκόνι ή σε κάποια παραλία με μια μπυρίτσα, συντροφιά και μουσική..

Τα βράδια του καλοκαιριού θα έπρεπε να είναι ξέγνοιαστα με φίλους, οικογένεια και ατελείωτες συζητήσεις..

Τα βράδια του καλοκαιριού θα έπρεπε να είχαν ανεμελιά, ξεκούραση και ηρεμία με τη μελωδία των τζιτζικιών και τη μυρωδιά των νυχτολούλουδων..

Οι ημέρες και οι νύχτες του καλοκαιριού δε θα έπρεπε να είναι έτσι!!

Δε θέλω άλλα βράδια καλοκαιριού με τη μυρωδιά του καπνού να είναι διάχυτη στην ατμόσφαιρα..

Δε θέλω άλλα βράδια καλοκαιριού να μυρίζω καμένα δέντρα και καμένες σάρκες ζώων..

Δε θέλω άλλα βράδια καλοκαιριού να πονάω και να αγωνιώ αν είμαι ασφαλής όπου και αν πάω, ούτε να βλέπω ανθρώπους να προσπαθούν να σώζουν περιουσίες που με τόσο κόπο έχτιζαν χρόνια..

Δε θέλω να βλέπω άλλο πόνο στα πρόσωπα των ανθρώπων, ούτε οικογένειες να χωρίζονται και να αγωνιούν για αυτούς που μένουν πίσω..

Δε θέλω να είμαι συνέχεια πάνω από ένα κινητό να προσπαθώ να μάθω αν φίλοι, συνάδελφοι και γνωστοί είναι καλά..

Δε θέλω άλλες εικόνες με τραυματίες, πληγωμένα ζώα, καμένα δέντρα και ανθρώπους να βρίσκονται σε απόγνωση μπροστά από το καμένο σπίτι τους.. Δε θέλω να βλέπω αυτά τα καλοκαίρια.

Πέμπτη 6 Απριλίου 2023

ΟΤΙ ΑΞΙΖΕΙ (ΕΠΙ)ΜΕΝΕΙ


Κάποιες φορές καλούμαστε να διαχειριστούμε καταστάσεις που μας πονάνε.. Συνήθως είναι δύσκολες στιγμές αποχωρισμού από ανθρώπους που αγαπάμε πολύ.. Ίσως να είναι για χρόνια στη ζωή μας, ίσως όμως να είναι και λίγο καιρό και να είναι λες και βρίσκονται εκεί χρόνια..

Και τα συναισθήματα είναι πολύ έντονα.. Θυμάσαι τις καθημερινές στιγμές σας, τα γέλια, τη χαρά ακόμα και τις δύσκολες στιγμές.. Και όλα αυτά καλείσαι να τα αποχωριστείς για κάποιο διάστημα.. Πρέπει να συνηθίσεις την ιδέα ότι δε θα βλέπεις αυτόν τον άνθρωπο για καιρό, παρά μόνο μέσα από μια κάμερα.. Και κάπου εκεί δοξάζεις την τεχνολογία που μπορεί να σε φέρνει κοντά στον άλλον με κάποιο τρόπο ακόμα και αν είσαι πολλά χιλιόμετρα μακριά..

Και ύστερα υπάρχουν και οι αναμνήσεις.. Αυτές που φτιάχνεις μέρα με τη μέρα. Υπάρχουν τα όνειρα και η προοπτική για το μετά. Υπάρχει η ελπίδα και η πίστη ότι θα αντέξεις αυτό το διάστημα αποχωρισμού όχι γιατί πρέπει αλλά γιατί θέλεις.. Και μέσα σου ξέρεις ότι αυτό είναι μια μεγάλη δοκιμασία για να δοκιμαστεί η κάθε σχέση. Να δεις αν αντέχει, πως θα πάει, αν θα κρατήσει..

Σίγουρα δεν είναι εύκολο, σίγουρα έχει πόνο, νεύρα, άγχος, πίεση.. Όμως είναι στο χέρι μας αν θα το κρατήσουμε ζωντανό. Αν θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για το μετά.. Αν θα πολεμάμε για αυτό που έχουμε ονειρευτεί και θέλουμε να ζήσουμε, μέχρι να σμίξουμε ξανά..

Ότι αξίζει μένει λένε, εγώ θα πω ότι αξίζει όχι μόνο μένει αλλά και επιμένει.. Επιμένει για το μετά.. Για τα όνειρα που δε θα μείνουν μισά αλλά θα γίνουν ολόκληρα.. Για όλα εκείνα που ξέρεις ότι μετά θα σε κάνουν να νιώσεις πλήρης.. Ένας ολόκληρος άνθρωπος χωρίς να λείπει το άλλο μισό σου..

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ


Και έρχονται και εκείνες οι στιγμές που σαν παιδί θες να κρυφτείς κάτω από το πάπλωμα για να προστατευτείς από όλα εκείνα που σε φοβίζουν, σε στεναχωρούν, σε θυμώνουν..

Είναι εκείνες οι στιγμές που θέλεις να νιώσεις έστω για μια στιγμή μόνο ασφαλής, ελεύθερος… Να ξεχάσεις έστω για λίγο την καθημερινότητα και να γυρίσεις πίσω το χρόνο όπως όταν ήσουν μικρός που ζούσες την κάθε στιγμή δίχως να σε νοιάζει το αύριο. Τότε που πίστευες σε έναν καλύτερο κόσμο, τότε που ονειρευόσουν με όλη τη δύναμη της ψυχής σου, τότε που ήλπιζες και αγωνιούσες για τον άγνωστο κόσμο που συνεχώς ανοίγονταν μπροστά σου. Ήταν εκείνες οι στιγμές οι γεμάτες όνειρα, ελπίδα, αγάπη, αισιοδοξία, χαρά..

Και έπειτα μεγάλωσες.. Σπούδασες, δούλεψες, έκανες οικογένεια, φορτώθηκες με υποχρεώσεις, ευθύνες, άγχος και κάπου εκεί έχασες το παιδί που έκρυβες μέσα σου δίνοντας τη θέση σου σε έναν ενήλικα που τρέχει καθημερινά προκειμένου να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις του, σε εκείνον τον ενήλικα που ξεχνάει να διασκεδάσει, που ξεχνάει να ονειρεύεται που ξεχνάει να ελπίζει…

Ύστερα έρχονται τα προβλήματα και οι σκέψεις. Σκέψεις, σκέψεις, σκέψεις, σκέψεις… Ειδικά όταν βιώνεις και μια αρκετά δύσκολη κατάσταση αναπόφευκτα το μυαλό είναι σε μια διαρκή σκέψη. Πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση και πως μπορείς να βρεις τρόπους να την αντιμετωπίσεις όταν ξέρεις, όταν σε πονάει τόσο, όταν δεν ξέρεις αύριο τι θα γίνει, όταν ξέρεις ότι ίσως να μην είναι αναστρέψιμη, όταν όλα αυτά μαζί σε φοβίζουν και δεν αποτελούν ένα ακόμα ανούσιο πρόβλημα της ανιαρής καθημερινότητας σου… Και σκέφτεσαι συνεχώς ότι πρέπει να έρθεις αντιμέτωπος με την αλήθεια, να τη δεις κατάματα και να προσπαθήσεις να την αντιμετωπίσεις όσο και αν σε πονάει. Πρέπει να βρεις τρόπους να σκεφτείς θετικά πάλι και να πας παρακάτω.. Να πάρεις πρώτα εσύ κουράγιο και να βρεις τη δύναμη να σταθείς πάλι στα πόδια σου για να μπορέσεις να στηρίξεις και τους υπόλοιπους.

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2023

ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ

Η ιστορία μας διαδραματίζεται κάπου στη δεκαετία του 90 που δεν υπήρχαν social αλλά ούτε κινητά με φωτογραφίες.. Εκείνη την εποχή που η αλληλογραφία ήταν ένα μέσο επικοινωνίας και οι γνωριμίες γίνονταν μέσα από τα περιοδικά..

Κάπως έτσι γνωρίστηκαν και η Άννα με το Νίκο.. Από το αγαπημένο τους περιοδικό το «ΜΕΤΡΟ».. Τους ένωσε η κοινή αγάπη τους για τη μουσική και ξεκίνησαν να αλληλογραφούν.. Ο Νίκος είχε ίδια ηλικία με την Άννα, αφού ήταν και οι 2 κοντά στα 14. Όμως ο Νίκος έμενε Αλεξανδρούπολη και η Άννα Ρέθυμνο..

Και τα χρόνια περνούσαν και η επικοινωνία συνεχιζόταν.. Μεγάλωσε και ο ταχυδρόμος της γειτονιάς της Άννας και η ίδια η Άννα που είχε γίνει πια 20 χρονών.. Έπαιρνε όμως ακόμα με την ίδια λαχτάρα το γράμμα από το ρυτιδιασμένο χέρι του κυρ Κώστα..

Ώσπου μια μέρα, σε ένα γράμμα ο Νίκος της ανακοίνωσε ότι θα φύγει από την Ελλάδα.. Θα πάει για δουλειά στο εξωτερικό.. Δε μπόρεσαν να βρεθούν από κοντά.. Δεν είναι ότι δεν το ήθελαν, απλά με τα χρόνια αραίωσαν και τα γράμματα και οι υποχρεώσεις μεγάλωσαν.. Έμειναν μόνο στο συρτάρι τα γράμματα τους τότε, να μυρίζουν αθωότητα, να δείχνουν μια αγάπη αθώα και αγνή, με όρκους αιώνιας πίστης ότι στο μέλλον θα ήταν μαζί φτιάχνοντας τη δική τους όμορφη οικογένεια..

12 χρόνια μετά και αφού ο Νίκος της ανακοίνωσε την απόφαση του να φύγει, η Άννα του έγραψε το τελευταίο γράμμα της.. Να το έχει συντροφιά στο εξωτερικό..

Το γράμμα έλεγε: «Δε σε έχω δει από κοντά αλλά ξέρω ότι είσαι αυτό που θα ήθελα στη ζωή μου.. Μου βγάζεις το πάθος, την τρυφερότητα, την αγάπη, τον ρομαντισμό την και την τρέλα.. Μου αρέσει που μιλούσαμε γιατί κάθε φορά άγγιζες τη ψυχή μου.. Σε είδα μέσα από τις φωτογραφίες μας, σε έζησα μέσα από τα τηλέφωνα μας.. Και τώρα έμειναν μόνο κάποιες λέξεις σε ένα γράμμα..
Σκέφτομαι καμιά φορά πως θα ήταν αν βρισκόμασταν.. Η ένωση μεταξύ μας θα ήταν σίγουρα μαγική.. Η κτητικότητα σου θα με τρέλαινε και θα ήθελα να σου παραδοθώ άνευ όρων και για πάντα.. Θα ήμουν δική σου, μόνο για εσένα.. Υπακούωντας σε συνειδητά.. Γιατί απλά θα σε ήθελα με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο... Να σε νιώθω μέσα μου, να είμαι ένα μαζί σου..

Σκόρπιες λέξεις, μέσα σε ένα γράμμα. Σε αυτό το τελευταίο μας... Για εκείνον τον δικό μου άγνωστο που θα ήθελα πολύ να τον δω, όμως δεν τα καταφέραμε... Ήταν όμως η πιο ωραία γνωριμία που έχω κάνει στη ζωή μου, η πιο όμορφη ανάμνηση των εφηβικών μου χρονών... Και σε ευχαριστώ πολύ για αυτό..

Εις το επανιδείν και να θυμάσαι.. Για πάντα θα είμαι δική σου.. 

Άννα».

Φτάνουμε στο σήμερα.. Η Άννα είναι χωρισμένη με δυο παιδιά ενήλικα πια.. Ένα απόγευμα που μάζευε το πατάρι βλέπει τα γράμματα του Νίκου.. Ένα χαμόγελο γέμισε την καρδιά της, ενώ στην τηλεόραση έδειχνε τη διαφήμιση ότι επανακυκλοφόρησε το Μετρό.. Έβαλε τα κλάματα, θυμήθηκε το Νίκο.. Τι να κάνει άραγε; Δεν έμαθε ποτέ νέα του.. Ελπίζει μόνο να είναι ευτυχισμένος..

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2022

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΙΝΗ ΧΑΛΚΙΔΑ


Έρχονται Χριστούγεννα και η πόλη με καλεί να την περπατήσω..

Ξεκινάω από ψηλά από την Αβάντων, έναν από τους πιο εμπορικούς δρόμους της Χαλκίδας, η οποια ξετυλίγεται μπροστά μου στολισμένη.. Κολώνες με φωτάκια δημιουργούν ένα μονοπάτι που γεμίζει από κόσμο.. Κάποιοι κουβαλάνε τσάντες, κάποιοι απλά χαζεύουν και κάποιοι άλλοι απλά περπατάνε.. Ίσως από εκεί να είναι ο δρόμος τους ή απλά να βγήκαν και εκείνοι μια βόλτα στα μαγαζιά όπως εγώ… Άνθρωποι τυχαίοι, περαστικοί έρχονται και φεύγουν..

Στέκομαι και χαζεύω το δέντρο του Εμπορικού Συλλόγου που στολίστηκε με παραδοσιακά κάλαντα από το Σύλλογο Καππαδόκων.. Ένα ζευγάρι προχωράει με το μωράκι τους, ενώ κάτι κορίτσια μιλάνε και γελάνε δυνατά..


Αποφασίζω να μην πάω ακόμα παραλία… Θέλω να επισκεφθώ και την πλατεία πίσω από τα Δικαστήρια. Φωτάκια παντού και ξύλινα σπιτάκια δίνουν έναν άλλο τόνο στην αγορά.. Βλέπω παιδάκια να τρέχουν και γονείς να βγάζουν μαζί τους φωτογραφία..


Βλέπω όμως και παρέες ατόμων στην ηλικία μου που και εκείνοι σαν παιδιά βγάζουν selfie και χαμογελάνε.. Αλλά και πιο μεγάλοι άνθρωποι σε ηλικία κάνουν ένα σύντομο πέρασμα χαζεύοντας και εκείνοι τα χρώματα που δίνουν στην πλατεία τα λογιών λογιών φωτάκια..


Τρίτη 2 Αυγούστου 2022

ΒΟΡΕΙΑ ΕΥΒΟΙΑ: ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΠΡΙΝ

 Φωτογραφία Κωνσταντίνου Τσακαλίδη του πρακτορείου Sooc
Μια φωτογραφία που αποτυπώνει τα συναισθήματα όλων μας
Κάποτε ήταν ένα δάσος. Σε αυτό το  δάσος  μεγάλωναν πεύκα. Πολλά πεύκα. Τα κοιτούσες και  χάνονταν το μάτι σου. Και σιγά σιγά άρχισαν να  μαζεύονται  σε  αυτό το δάσος πουλιά, χελώνες και  λογίων λογίων ζώα και έπειτα ήρθαν και  οι άνθρωποι.

Τα χρόνια περνούσαν, το δάσος συνέχιζε να μεγαλώνει και οι κάτοικοι πλέον ζούσαν τόσο μαζί του, όσο και από αυτό. Όμως δυστυχώς πέρα από τους άλλους ανθρώπους υπήρχαν και εκλεγμένοι κυβερνώντες οι οποίοι ενδιαφέρονταν μόνο για τα κονδύλια χωρίς να κάνουν επί της ουσίας σημαντικά έργα στο νομό.. Και ύστερα ήρθαν και οι εταιρείες που αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν το δάσος για δικό τους όφελος.

Στην αρχή οι κάτοικοι δεν αντέδρασαν. Ζούσαν άλλωστε ήρεμα και ειρηνικά ενώ κάποιοι δούλευαν για αυτές τις εταιρείες. Όμως όσο τα δέντρα μεγάλωναν τόσο μεγάλωνε και η απληστία των ανθρώπων. Ήθελαν συνεχώς όλο και πιο πολλά..

Ένα μέρος του δάσους του Δρυμώνα, στη Μονή του Οσίου Δαυίδ, το οποίο κάηκε ολοσχερώς

Μέχρι που ένα απόγευμα του Αυγούστου, συγκεκριμένα στις 3 Αυγούστου, ξέσπασε φωτιά κοντά σε ένα χωριό του νόμου Ευβοίας με την ονομασία Μουρτιάς. Οι ενισχύσεις όμως δεν ήταν άμεσες με αποτέλεσμα η φωτιά να αρχίζει να επεκτείνεται. Φώναζαν οι εκλεγμένοι τοπικοί άρχοντες να σταλεί βοήθεια από εναέρια μέσα. Φώναζαν οι κάτοικοι ότι καίγονται τα σπίτια τους, η ζωή τους όλη.. Όμως κανείς δεν ακούγονταν και η φωτιά συνεχίζει να θεριεύει.

Πέρασαν έτσι 8 ημέρες. Η φωτιά κατάπινε τα πάντα στο πέρασμα της. Οι άνθρωποι έτρεχαν να σώσουν τις περιουσίες τους, φώναζαν και εκλιπαρούσαν για βοήθεια. Κάποιοι όπως τα γυναικόπαιδα μαζί με τους ηλικιωμένους μπήκαν σε καΐκια και φερυ-μπωτ. Ο ένας δίπλα στον άλλον, πρόσφυγες μέσα στον ίδιο τους τον τόπο. Οι άντρες έμειναν πίσω να προστατεύσουν τον τόπο τους.
 
Και μετά από τρεις ημέρες η φωνή των Ευβοέων άρχισε να ακούγεται. Με εκκλήσεις στα κανάλια άρχισε να έρχεται η πρώτη βοήθεια.. Όμως το κακό είχε αρχίσει να επεκτείνεται..
 

Μέρος από τους καταρράκτες του Δρυμώνα, πριν καταστραφούν ολοκληρωτικά

Το δάσος που κάποτε φιλοξενούσε δέντρα και ζώα άρχισε πλέον να χάνεται λίγο λίγο.. Η φωτιά ήταν πιο δυνατή από το σθένος όλων εκείνων των κατοίκων και των εθελοντών που μάχονταν ενάντια της.. Εκείνη συνέχιζε το καταστροφικό της πέρασμα καίγοντας παρθένα δάση, ζώα και τα όνειρα των ανθρώπων που ήθελαν να συνεχίσουν τη ζωή που κληρονόμησαν από τους παππούδες τους στο χωριό τους.. Κάποιοι πρόλαβαν να σώσουν τα ζώα τους, τα σπίτια τους άλλοι όμως έχασαν τα πάντα.

Και η φωτιά συνέχισε το έργο της και άρχισε πια να σβήνει μετά από οκτώ ημέρες στις 11 Αυγούστου, αφού ζητήθηκε και ήρθε και η βοήθεια από Ουκρανία και Ρουμανία.

Ο καπνός είχε κυκλώσει την πόλη της Χαλκίδας.. Η ημέρα έγινε νύχτα, η καταστροφή και η θλίψη ανείπωτη

Όταν πια είχε σβήσει σε μεγάλο μέρος της αποφάσισα να ανέβω πάνω στο χωριό του πατέρα μου να δω τι απέγινε το σπίτι και τα κτήματα μας.. Η διαδρομή όμως αυτή ήταν μονότονη και καταθλιπτική. Από όπου πέρασε η φωτιά άφησε μόνο στάχτες και θλίψη. Κάποια δέντρα κάπνιζαν ακόμα ενώ κάποια άλλα στέκονταν ακόμα υπερήφανα θέλοντας να δείξουν στον κόσμο ότι κάποτε είχαν ζωή.

Η διαδρομή προς Αγία Άννα, ένα μέρος υπέροχο, γεμάτο πράσινο. Κάποτε...

Τα ζώα δεν υπήρχαν πια. Δεν άκουγες βελάσματα, δεν έβλεπες μαντριά, ούτε άκουγες τζιτζίκια να τραγουδάνε ανάμεσα στα δέντρα.. Πλέον έβλεπες μόνο ένα μαύρο τοπίο. Έβλεπες καμένες καρέκλες και ομπρέλες οι οποίες κάποτε φιλοξενούσαν ανθρώπους και άκουγαν τα γέλια τους και τις συζητήσεις τους. Έβλεπες μόνο ανθρώπους που η αγωνία και η ανησυχία τους για το αύριο ήταν έκδηλη. Δεν έβλεπες εκείνους τους ανθρώπους που κάποτε σε καλωσόριζαν χαμογελαστοί έτοιμοι να σε ξεναγήσουν στα μέρη τους.

Η θλίψη, ο πόνος και η οργή κυριαρχούσε.. Τα δέντρα συνέχισαν να καπνίζουν ενώ η μυρωδιά του καμμένου ήταν αποπνικτική.

Η φωτιά συνέχιζε να θυμίζει το πέρασμα της ακόμα και όταν πια είχε σβήσει

Κοιτούσα γύρω μου σα να μη μπορούσα να πιστέψω αυτό που έβλεπα.. Ένιωθα απλά ένα κενό. Σα να βρισκόμουν σε άγνωστα μέρη.. Όλη αυτή η ομορφιά χάθηκε μέσα σε λίγες ημέρες... Και τώρα; Τώρα τι;; Το μετά; Μετά τι;

Παρασκευή 15 Απριλίου 2022

ΔΥΟ ΑΔΕΣΠΟΤΑ, ΜΙΑ ΚΟΙΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ


Μια μικρή γνωριμία με τα δύο αδέσποτα σκυλάκια που ήρθαν στη ζωή μου, σε διαφορετικό χρόνο και διαφορετική εποχή, με ένα κοινό στόχο όμως. Να μας δείξουν τι σημαίνει ανιδιοτελής αγάπη, πίστη και αφοσίωση. 

Ας τα γνωρίσουμε...

Γεια σας από εμάς!

Είμαστε ο Άρης (δεξιά) ημίαιμο πεκινουα και ο Ριγκο (αριστερά) διασταύρωση κολλευ με τσοπάνη και λυκόσκυλο και είμαστε τα παιδιά της Κορίνας και του Θανάση.

Ας σας συστηθούμε όμως και θα μιλήσω πρώτος εγώ, ο Άρης, ως μεγαλύτερος του σπιτιού.

Η γνωριμία μου με την Κορίνα ξεκίνησε ένα κρύο βράδυ του Νοεμβρίου. Εκείνη γύριζε από τη δουλειά της και εγώ περιπλανιόμουν στη βροχερή πόλη της Χαλκίδας. Ξαφνικά οι δρόμοι μας συναντήθηκαν και εκείνη μου χαμογέλασε. Αποφάσισα να την ακολουθήσω. Βλέπετε το είχα σκάσει πρόσφατα από το σπίτι μου καθώς με χτυπούσαν και με κακομεταχειρίζονταν. Μάλιστα μια ημέρα πριν βρεθώ με την Κορίνα πήγε να με πατήσει και αυτοκίνητο.

Εκείνο το βράδυ λοιπόν αποφάσισα να την ακολουθήσω. Και εκείνη με δέχτηκε με χαρά, παρα τη θλίψη που είχε στα μάτια της από το θάνατο του πρώτου σκύλου της, της Αρτέμης, ένα μήνα πριν συναντηθούν οι δρόμοι μας. Και με πήρε σπίτι, με πήγε στο γιατρό, έκανα μπάνιο, μου έδωσαν τα κρεβάτια και τις πολυθρόνες τους και γενικά έγινα ο κύριος του σπιτιού. Γνώρισα και την οικογένεια της και κάπως έτσι πέρασαν οκτώ χρόνια μαζί τους.. Οκτώ χρόνια όμορφα, οκτώ χρόνια δύσκολα, οκτώ χρόνια γεμάτα χαρές, λύπες μα και απώλειες. Και ήμουν εκεί. Και η Κορίνα ήταν εκεί για εμένα. Ήμασταν πια ένα. Τώρα είμαι 10 χρονών και πλέον έχει ο ένας ξεχωριστή θέση στην καρδιά του άλλου.. Και αν κάποιες φορές πιάνω τη μαμά να κλαίει, καθώς όπως όλα τα σκυλιά έχουμε συγκεκριμένα χρόνια ζωής, ένα γλείψιμο, ένα γαύγισμα και ένα χάδι, αρκούν για να δω ξανά τη χαρά στα μάτια της..

Φτάνει όμως τώρα. Καιρός να μιλήσω και εγώ.

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2022

2022 ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΡΧΗ


Μια ακόμα χρονιά έφυγε και μια νέα χρονιά με 363 ημέρες μόλις ήρθε..

Μια χρονιά περίεργη αυτή που έφυγε. Μια χρονιά που βιώσαμε φυσικές καταστροφές αλλά και πολλές γυναικοκτονίες. Γενικά ήταν μια χρόνια που οι επιπτώσεις του κορωναίου άρχισαν ήδη να φαίνονται και ακόμα δεν έχει τελειώσει αυτή η ιστορία..

Ακόμα και αυτές οι γιορτές ήταν περίεργες.. Ένα κλίμα φόβου και αβεβαιότητας κυριαρχούσε στην ατμόσφαιρα, και δε σε άφηνε να χαρείς τις γιορτές όπως ίσως να τις χαιρόμασταν μέχρι πριν δυο χρόνια...

Βέβαια ίσως οι φετινές γιορτές να ήταν λίγο καλύτερες από την άποψη της «ελευθερίας» και των ανοιχτών καταστημάτων.. Έβλεπες ανθρώπους να κάνουν ψώνια, να πίνουν καφέ, να τρώνε και να χορεύουν.. Οι πόλεις στολισμένες σα να πάλευαν και εκείνες να διώξουν το αρνητικό κλίμα.. Ήταν όμως μια «ελευθερία» συγκεχυμένη..

Και τα φωτάκια συνεχίζουν να αναβοσβήνουν. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να εύχονται είτε με τον έναν είτε με τον άλλο τρόπο. Σε μια προσπάθεια να πάρουν δύναμη και αισιοδοξία ο ένας από τον άλλον για τη νέα χρονιά.. Να δώσουν μια ελπίδα ότι μπορεί φέτος να είναι καλύτερα τα πράγματα.. Φέτος, μπορεί να νιώσουμε πραγματικά ελεύθεροι..

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, ΜΙΑ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΓΙΟΡΤΗ


Είναι από αυτές τις βραδιές που κάθομαι μπροστά στο δέντρο και απλά το χαζεύω. Είμαι σίγουρη πια ότι τα Χριστούγεννα είναι η αγαπημένη μου γιορτή. Βασικά πάντα ήταν.. Θες επειδή γεννήθηκα Δεκέμβρη; Θες επειδή όλα αυτά τα λαμπιόνια που φωτίζουν σπίτια και καταστήματα δημιουργούν μια άλλη διάθεση; Πιο ανέμελη; Πιο αθώα, πιο παιδική; Δε ξέρω. Ξέρω μόνο ότι αγαπώ τα Χριστούγεννα.. Τα αγαπώ για τις τόσες όμορφες εικόνες που μου χαρίζουν.

Από μικρή ακόμα, θυμάμαι τον εαυτό μου να περιμένω πως και πως το στόλισμα του δέντρου. Φωνάζαμε το μπαμπά με τα αδέρφια μου να μας το κατεβάσει από το πατάρι και μόλις το έκανε και έβαζε τα φωτάκια αρχίζαμε το στολισμό.

Μπάλες μικρές, μπάλες μεγάλες, αγγελάκια, καμπανούλες, Άγιοι Βασίληδες και πόσα ακόμα πολύχρωμα μα και μονόχρωμα στολίδια, όλα τοποθετούνταν με ευλάβεια πάνω στο δέντρο.. Και στο τέλος πάντα ο μπαμπάς σαν πιο ψηλός έβαζε το αστέρι στην κορυφή.. Και ύστερα έβαζε και τα λαμπάκια στο μπαλκόνι.. Και δώστου χαρά εμείς και να γράφουμε γράμματα στον Αγιο Βασίλη για τα δώρα μας.. Και το δέντρο φώτιζε τις κρύες χειμωνιάτικες νύχτες και στο σπίτι επικρατούσε ένα κλίμα ζεστασιάς..

Δέντρα μικρά που ξέφτισαν από το πέρασμα των χρόνων και αντικαταστάθηκαν με μεγαλύτερα.. Λαμπάκια που καίγονταν και κάθε χρόνο θα παίρναμε τα ίδια, μα ήταν για κάποιο ανεξήγητο λόγο (;) καλύτερα από τα προηγούμενα.

Και τα χρόνια περνούσαν και τα Χριστούγεννα το ίδιο. Και έπειτα ήρθαν και οι απώλειες ανθρώπων αγαπημένων.. Πλέον το αστέρι δεν το έβαζε ο μπαμπάς στο δέντρο αλλά κάποιος από τα αδέρφια μου.. Και το σπίτι της γιαγιάς από κάτω από το δικό μας σταμάτησε να μυρίζει μελομακάρονα, κουραμπιέδες και δίπλες, ενώ και η καρέκλα του παππού άδεια. Έτσι, τα Χριστούγεννα άρχισαν να αποκτούν με τα χρόνια μια μελαγχολία, γλυκιά όμως θα έλεγα. Ίσως επειδή έχουν συνδυαστεί με τόσες όμορφες παιδικές, εφηβικές και κάποιες ενήλικες στιγμές..

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2021

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ένα μικρό διήγημα μου για τη συμμετοχή μου σε έναν διαγωνισμό. Και μπορεί να μη κατάφερα να διακριθώ αλλά η χαρά του να γράφεις δε συγκρίνεται με τίποτα...

Παράλληλες ζωές

Η Αλίκη γεννήθηκε το 1986 σε ένα μαιευτήριο των Αθηνών. Ήταν ένα λιποβαρές μωρό με μαύρες μπουκλίτσες όμως που την έκανε να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα μωράκια. Τα μαύρα μαλλάκια της δεν έμειναν για πολύ καθώς όσο μεγάλωνε τα μαλλιά της άνοιγαν σαν χρώμα και γινόταν καστανό, οι μπούκλες όμως παρέμεναν μέχρι που τελικά απέκτησε ένα καστανοκόκκινο χρώμα στο μαλλί ενώ οι μπούκλες θα την ακολουθούσαν σε όλη της τη ζωή.

Η Αλίκη γενικά έζησε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια καθώς μέχρι τα έξι της ζούσε σε μια κωμόπολη της Ευβοίας και έπαιζε κάθε ημέρα με τα παιδιά στην ήσυχη γειτονιά της Λίμνης, ενώ πολλά καλοκαίρια επισκέπτονταν και τη γιαγιά της στο κοντινό χωριό και εκεί στο περιβόλι τάιζαν παρέα τις κότες. Κάποια άλλα καλοκαίρια δε πήγαινε στο χωριό της μαμάς της και στην άλλη άκρη της Ευβοίας όπου έπαιζε με τα παιδιά της γειτονιάς κρυφτό, έκανε ποδήλατο, έπαιζε αγαλματάκια ακούνητα, έτρωγε τραχανά κρυφά που άπλωνε η γιαγιά της στην αυλή, ενώ τα βράδια κάποιες φορές μοιραζόταν τρομακτικές ιστορίες με τα αδέρφια της και τα παιδιά της γειτονιάς ή καθόταν και χάζευε τους μεγάλους που έπαιζαν μπιρίμπα. Αυτό όμως που της έμεινε έντονα, όσα χρόνια και αν περνούσαν, ήταν η ηρεμία της νύχτας και το νυχτολούλουδο που ήταν διάχυτο στην ατμόσφαιρα. Και η Αλίκη συνέχισε να μεγαλώνει, όμως μαζί με εκείνη μεγάλωναν και τα κιλά της και τα προβλήματα των γονιών της. Οι τσακωμοί μεταξύ τους ήταν συχνοί ενώ η γιαγιά της ανακατευόταν συνεχώς στο ζευγάρι και έβριζε τον πατέρα της. Το ίδιο και ο παππούς της με αποτέλεσμα να τσακωθούν και να σταματήσουν και τα καλοκαίρια στο ένα χωριό.. Και μετά πέθανε και η άλλη γιαγιά και δεν πήγαν ξανά ούτε στο άλλο χωριό. Δύσκολες στιγμές για την Αλίκη που μαζί με τους συμμαθητές της που την κορόιδευαν εμφανώς πλέον για τα κιλά της, είχε και τους γονείς της να τσακώνονταν, το μπαμπά της να πίνει και να μεθάει, να φεύγει από το σπίτι, τη μαμά της να κλαίει συνέχεια και να εύχεται να πεθάνει.

Τα χρόνια συνέχιζαν να περνάνε και η Αλίκη μεγάλωνε και άλλο, τα κιλά παρέμεναν, το ίδιο και τα προβλήματα στο σπίτι της. Το bullying ήταν πια καθημερινό φαινόμενο, το ίδιο και οι καβγάδες στο σπίτι της. Και εκείνη έκλαιγε συνέχεια. Έκλαιγε για την κοροϊδία, για τους γονείς της, για τους παππούδες που έβριζαν το μπαμπά της, για τη μαμά της που στενοχωριόταν. Και ευχόταν να πεθάνει για να ηρεμήσει, μια επιθυμία που αργότερα άρχισε να γίνεται φόβος μη χάσει τη μαμά της ή τον μπαμπά της ή τα αδέρφια της. Και συνέχιζε να μεγαλώνει και κάποιες φορές σκεφτόταν ότι θέλει να πεθάνει αλλά πλέον την είχε κυριεύσει ο φόβος μη χάσει κάποιον δικό της.

Ο Άρης από την άλλη γεννήθηκε σε ένα μικρό σπιτάκι σε μια φάρμα ενός χωριού. Ήταν το μικρότερο από τα τέσσερα αδέρφια του ενώ μια επιπλοκή στη γεννά του δημιούργησε ένα πρόβλημα στα δόντια του. Προγναθισμός είπε ο γιατρός και δυστυχώς δε θα μπορούσε να γίνει τίποτα για να διορθωθεί. Θα έμενε για πάντα το χαρακτηριστικό του. Η μαμά του από την αρχή έδειξε όλη την αγάπη στον Άρη και προσπάθησε να του τονώσει την αυτοπεποίθηση του ώστε να μη νιώθει μειονεκτικά μεγαλώνοντας για αυτό το χαρακτηριστικό στα δόντια του. Ήθελε να το αγαπήσει, να το κάνει δικό του και να τον θωρακίσει ώστε να τον προστατέψει αργότερα από τα περίεργα βλέμματα του κόσμου.

Ο Άρης άρχισε να μεγαλώνει σιγά-σιγά. Έτρεχε ανέμελος στη φάρμα, κυνηγούσε μύγες ή πουλιά ενώ κάποιες φορές, ειδικά το καλοκαίρι, ξάπλωνε δίπλα στο ποταμάκι που περνούσε μπροστά από το σπίτι του και απολάμβανε τη μεσημεριανή σιέστα του ακούγοντας τα τζιτζίκια που τραγουδούσαν το δικό τους τραγούδι. Το καλοκαίρι υποδέχτηκε το φθινόπωρο με τον Άρη να συνεχίζει να παίζει στη φύση και να κυλιέται ανάμεσα στα πορτοκαλί πλέον φύλλα των δέντρων. Μέχρι εκείνο το χειμώνα.
Αυτός ο χειμώνας ήταν διαφορετικός και αρκετά βαρύς ενώ το χιόνι που έπεσε εκείνη τη χρονιά κατέστρεψε μεγάλο μέρος της σοδειάς τους. Τα έξοδα μεγάλωναν και πλέον δε μπορούσαν να ανταπεξέλθουν ούτε στα βασικά όπως ήταν το φαγητό. Έτσι οι γονείς του αποφάσισαν να τον στείλουν στην πόλη στον αδερφό της μαμάς του να μείνει για λίγο καιρό μέχρι να μπορέσουν να βρουν ένα τρόπο να ορθοποδήσουν. Και έστειλαν και τον αδερφό του Άρη στην αδελφή του πάτερα του σε διαφορετική πόλη. Του Άρη δεν του άρεσε αυτό. Δε μπορούσε να καταλάβει για ποιο λόγο αποχωριζόταν την οικογένεια του. Και έκλαιγε συνεχώς. Όμως κανείς δεν τον άκουγε. Επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο του θείου του μη μπορώντας να κάνει κάτι άλλο. Κοίταξε πίσω για μια τελευταία φορά βλέποντας τον ήλιο να χάνεται σιγά-σιγά στο βουνό. Ήταν η τελευταία εικόνα που θα είχε από το σπίτι του και τη μαμά του, η οποία τον κοιτούσε με τα πιο θλιμμένα μάτια που υπήρχαν.

Η ζωή στην πόλη δεν ήταν εύκολη για τον Άρη. Δε μπορούσε να προσαρμοστεί στο μικρό διαμέρισμα του θειου του ενώ τα ξαδέρφια του τον πείραζαν συνέχεια και τον κορόιδευαν για τα δόντια του. Μια φορά μάλιστα ο θείος του τον είχε κλωτσήσει κιόλας επειδή ο Άρης επιτέθηκε σε ένα από τα ξαδέρφια του. Έτσι ο Άρης συνήθιζε να φεύγει από το σπίτι κρυφά και να κάνει μεγάλες βόλτες μόνος του . Άλλωστε δεν ένιωσε ούτε στο ελάχιστο την αγάπη που είχε από τη μαμά του μιας και ο θείος του δεν τον αποδέχτηκε ποτέ, ενώ το προσωρινό που έγινε νόμιμο τον είχε πια κουράσει.. Έτσι μια ημέρα αποφάσισε να το σκάσει. Ήταν άλλωστε σίγουρος ότι κανείς δε θα τον αναζητούσε. Εκείνο το βράδυ λοιπόν, μόλις ξάπλωσαν οι θειοι του πήδηξε από το ανοιχτό παράθυρο και έφυγε όσο πιο μακριά γινόταν.
Η συνάντηση

Ήταν ένα βροχερό βράδυ του Νοεμβρίου όταν η Αλίκη γυρνούσε από τη δουλειά της.. Εκείνη τη νύχτα δεν ήθελε να πάρει το αυτοκίνητο. Ήθελε να περπατήσει. Βλέπεις πριν ένα μήνα είχε χάσει το πρώτο της σκυλί από καρκίνο και συνήθιζε να περιπατάει για να αδειάζει το μυαλό της από τις σκέψεις και να κατευνάζει με κάποιο τρόπο τον πόνο της απώλειας. Ναι η Αλίκη την ένιωθε τόσο έντονη αυτή την απώλεια γιατί ήταν σα να έχασε ένα δικό της άνθρωπο.

Οι δρόμοι ήταν έρημοι αν και ήταν μόνο εννιά η ώρα. Μόνο κάποιοι λίγοι διαβάτες περπατούσαν στο δρόμο. Η βροχή είχε σταματήσει όμως το κρύο ήταν τσουχτερό. Η Αλίκη επιτάχυνε το βήμα της καθώς ήθελε να φτάσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στο σπίτι της. Κάπου-κάπου όμως σταματούσε και χάζευε τις βιτρίνες. Μέχρι που πέρασε έξω από ένα μαγαζί με χαλιά και είδε τον Άρη. Τον κοίταξε, του χαμογέλασε και συνέχισε. Όμως ο Άρης άρχισε να την ακολουθεί. Η Αλίκη δεν έδωσε σημασία γιατί σκέφτηκε ότι μπορεί να πήγαινε μέχρι το περίπτερο. Κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά όταν είδε ότι ο Άρης συνέχισε να την ακολουθεί. Κοντοστάθηκε και γύρισε πίσω κοιτώντας τον. Εκείνη τη στιγμή περνάει μια μητέρα με την κόρη της. Τις ρώτησε αν ξέρουν ποιανού είναι αυτό το παιδί και εκείνες απάντησαν ότι πρέπει να ξέρει ο κύριος με το κατάστημα με τα χαλιά στη γωνία.

«Μην ανησυχείτε» άκουσε τη γυναίκα να λέει. «Θα τον γυρίσουμε εμείς στο μαγαζί αφού από εκεί είναι ο δρόμος μας».

Η Αλίκη χαμογέλασε και ξεκίνησε να περπατά. Όμως ο Άρης δε κουνιόταν. Είχε στυλώσει τα πόδια του στο έδαφος και έκλαιγε.

Η Αλίκη γύρισε και τον κοίταξε και εκείνος χαμογέλασε. Πλησίασε προς το μέρος του. Τότε η γυναίκα της είπε: «Δεν έρχεται. Μάλλον θέλει εσάς να τον επιστρέψετε στο κατάστημα» .

Η Αλίκη το σκέφτηκε, κοίταξε το ρολόι της και αποφάσισε να γυρίσει εκείνη τον Άρη στο μαγαζί. Όμως απογοητεύτηκε πολύ όταν έφτασε εκεί αφού ο καταστηματάρχης της είπε ότι δεν το έχει δει ξανά τον Άρη και ούτε ξέρει αν έχει γονείς κάποιον από τη γειτονιά. Βλέπεις η εμφάνιση του Άρη δε θύμιζε ένα παιδί από σπίτι. Ήταν βρώμικος και πεινασμένος.

«Μα πως γίνεται αυτό; Υπάρχει ένα παιδί και δεν αναρωτηθήκατε σε ποιον ανήκει» ρώτησε.

Η απάντηση όμως του καταστηματάρχη ήταν αφοπλιστική.

«Λογικά θα ανήκει σε οικογένεια τσιγγάνων. Εκείνοι τα παρατάνε έτσι και τα στέλνουν στους δρόμους μήπως τα λυπηθεί κανείς και τους δώσει τίποτα να επιστρέψουν στο σπίτι. Βέβαια όπως το βλέπω αυτό το παιδί με αυτά τα δόντια δε μου κάνει εντύπωση να τον παράτησαν. Κοίτα πόσο άσχημο είναι» είπε και γελώντας χαιρέκακα κατέβασε τα ρολά, καληνύχτισε και έφυγε τρέχοντας.

Η Αλίκη είχε πάθει τέτοιο σοκ που δεν πρόλαβε να αρθρώσει λέξη. Έμειναν εκεί με τον Άρη μέσα στο κρύο να κοιτάζουν αποσβολωμένοι τον καταστηματάρχη που περπατούσε βιαστικός μέχρι που χάθηκε στα στενά.

Η Αλίκη τότε αποφάσισε να πάει στην αστυνομία. Όχι εκείνη δε θα τον άφηνε όπως τον άφησαν οι άλλοι. Πήρε τον Άρη αγκαλιά και κατευθύνθηκε προς το αστυνομικό τμήμα της περιοχής της. Έπρεπε να δηλώσει την εξαφάνιση.